Τρίτη 17 Ιουλίου 2012

Ραστώνη καλοκαιρινή, ευκαιρία για διάβασμα...

Καλοκαιρινή ραστώνη και κάνουμε διακοπές και στο blog...Ευκαιρία για διάβασμα.
Μόλις τέλειωσα ένα πολύ ωραίο ...κελαρυστό βιβλίο. Με συνάρπασε. Σαν ένα δροσερό ρυάκι πέρασε μέσα μου και διαπότισε την ύπαρξή μου. Το διάβαζα τις μέρες που ψηνόμασταν με τους 40 βαθμούς κι αισθανόμουν λίγη αναψυχή..."Ο δρόμος είναι η χαρά" της Λίας Μεγάλου-Σεφεριάδη (εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ). Μπράβο σου, κοπέλα μου! Βρείτε το, δανειστείτε το, διαβάστε το και θα με θυμηθείτε. Γράφτηκε το 1990, αλλά είναι απίστευτα επίκαιρο

"...Τρέχοντας ένα μικρό κοριτσάκι έπεσε με το κεφάλι στη τζαμαρία. Το πήραν τα αίματα. Το αρπάξανε και τρέξανε στο κοντινότερο νοσοκομείο. "Να το πάτε στο Παίδων" τους είπανε "εμείς απεργούμε". Ώσπου να φτάσουνε, ξεψύχησε στο δρόμο το παιδάκι. Ποτάμι έτρεχε το αίμα.  Κανείς δεν τιμωρήθηκε και, το χειρότερο, κανενός η συνείδηση δεν ταρακουνήθηκε. Λοιπόν εγώ αυτό φοβάμαι πιο πολύ: μη μας εγκαταλείψουν οι τύψεις μας, γιατί μετά ελπίδα δεν υπάρχει. Τα διακιώματά μας και τα δικαιώματά μας. Τίποτε άλλο δεν ακούς, εδώ και χρόνια, σ' αυτόν τον τόπο. Όπως άμα μπεις στο λεωφορείο για το Μενίδι, όλο το "συφέρο" και το "συφέρο' και "με συφέρει" και "δεν με συφέρει" ακούς. Ναυτία μ' έπιασε μια μέρα, που με δέκα μποφόρ ταξιδεύω στα πελάγη και δεν ζαλίζομαι. Άμα στο κεφάλι μόνο το συμφέρον έχεις, είσαι σαν εκείνο το πιθάρι, το δίχως πάτο. Γεμίζεις; Δεν γεμίζεις. Τα δικαιώματά μας λοιπόν και τα δικαιώματά μας. Ευθύνες; Υποχρεώσεις; Τσιμουδιά. Μωρέ καρνάβαλο την κάναμε τη δημοκρατία. μεγάλο καρνάβαλο, αλίμονό μας. Ωστόσο, λέω μέσα μου "υπομονή, Ελένη, υπομονή". Κοντεύω εβδομήντα χρόνια πάνω σ' αυτή τη γη, που αργά ή γρήγορα το χώμα της θα με σκεπάσει. Δυο-τρία πράγματα τα έχω μάθει πλέον. Πότε είναι παχιές και πότε κοκαλιάρικες οι αγελάδες. Υπάρχουν δηλαδή εποχές και εποχές. Άλλες τον μικραίνουν κι άλλες τον μεγαλώνουν τον άνθρωπο. Και δεν μπορείς αυτό να το αλλάξεις. Μπορείς να σταματήσεις τον ερχομό του χειμώνα; Την άνοιξη μπορείς να την κρατήσεις να μη φύγει; Δεν γίνεται. Λίγα πράγματα είναι, βλέπεις, στο χέρι μας. Τα πιο πολλά η φύση τα ορίζει..."
"Και γενικώς όταν βλέπω στην τηλεόραση τις καταστροφές που κάνει ο άνθρωπος όπου σταθεί κι όπου βρεθεί, λέω πως πολλά μας δίνει αυτή η γη, περισσότερα ίσως απ' όσα αξίζουμε. Διότι επάνω μας το 'χουμε πάρει. Σπουδαία πρόσωπα θαρρούμε πως γενήκαμε. κι όλα τ' άλλα πλάσματα κι όλα τ' αγαθά της γης, ακόμα και τ' αστέρια δικά μας τα νομίζουμε. Και καμιά ώρα φοβάμαι η γη μη μας τινάξει σαν σκόνη απ' το μανίκι της..."
"Μ΄έπιασε κάποτε μεγάλη λαχτάρα για το καφενεδάκι της Αιδηψού. Ντύνω που λες τα παιδιά, χαρά αυτά που θα κάνανε ποδήλατο, ετοιμάζομαι κι εγώ, όλα καλά, μέσο μεταφορικό δεν υπήρχε. Τραβάμε προς τη δημοσιά. Εκεί κάποια ώρα βλέπω να 'ρχεται ένα φορτηγό. Του κάνω νόημα, σταματάει. Στην Αιδηψό πήγαινε, αλλά δεν είχε πού να μας βάλει. Μπροστά καθόταν η γυναίκα του και πίσω ήταν φορτωμένο ως απάνω με καρπούζια. "Έλα" του λέω "θα τα καταφέρουμε! Ένας κακός δεν χωρεί". Σκαρφαλώνει πίσω ο Χριστιανός, τραβάει από δω, από κει τα καρπούζια, μας κάνει θέση, ανεβαίνουμε. Σε λίγο ξεκινάει και ν' αρχίσουν τα καρπούζια να κατρακυλάνε επάνω μας, να τα μαζεύουμε εμείς, να ξανακατρακυλάνε αυτά. Κουτρουβαλιούνταν, σκαρφαλώνανε τα παιδιά πάνω στα καρπούζια, γέλια, κακό! Φτάσαμε στην Αιδηψό κι ακόμα γελούσαμε. Εκεί, πρώτη μας δουλειά το καφενεδάκι μες στη θάλασσα. Πήγαμε, ήπια εγώ τον γλυκύ βραστό μου, ήπιαν και τα κορίτσια την πορτοκαλάδα τους, ρέμβασα λιγάκι και κατόπιν νοικιάσαμε ποδηλατάκια. Κάθισα εγώ σ' ένα παγκάκι με το εργόχειρό μου, παρέα μ΄ άλλες γιαγιάδες, τα παιδιά κάθε τόσο περνούσαν και με χαιρετούσαν, έριχνα και μια ματιά στη θάλασσα, παράδεισος ήταν η ψυχή μου!".

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου