Τα Χριστούγεννα τα κάναμε λαμπιόνια και ψώνια! Μάλιστα απαλείφουμε σιγά-σιγά το όνομα του Χριστού. Τα κάναμε γενικά γιορτές. Τα αδειάσαμε από την αλήθεια τους. Στην πραγματικότητα αδειάσαμε εμείς. Άδειασε η ψυχή μας, άδειασε και η ζωή μας. Και θα περάσει κι αυτή η ευλογημένη μέρα και για πολλούς δεν θα έχει σημάνει τίποτα. Ίσως να έχει προσθέσει μοναξιά και θλίψη. Και λίγα...κιλά!
Τι είναι όμως τα Χριστούγεννα;
Α) Τα Χριστούγεννα θα τα δούμε σε άμεση συνάφεια με τη δημιουργία του ανθρώπου και την πτώση του. Ο άνθρωπος πλάσθηκε με άπειρη αγάπη από τον Θεό κατ’ εικόνα Του. Του δόθηκε θεϊκή μαγιά, θεϊκό μπόλι, η πνοή του Θεού. Του δόθηκε και το αυτεξούσιο. Χωρίς το αυτεξούσιο θα ήταν ένα παιχνίδι στα χέρια του Πλάστη Του. Το αυτεξούσιο θα τον οδηγούσε στη θέωση, δηλαδή στο «καθ’ ομοίωσιν» ή στην απώλεια. Το αυτεξούσιο είναι συνώνυμο της ευθύνης και του αγώνα. Ο Θεός βάζει στον άνθρωπο ένα αγώνισμα εγκρατείας και υπακοής. Ο άνθρωπος αποτυγχάνει. Και χάνει την παραδείσια χαρά. Ποια ήταν η παραδείσια χαρά; Ήταν η θέα και η συμμετοχή στη δόξα του Θεού. Η δόξα του Θεού, την οποία υμνούν ακατάπαυστα κι αχόρταγα κι ακούραστα οι άγγελοι, είναι φως και χαρά και γνώση και ζωή ατελεύτητη. Σ’ αυτήν μετείχαν ο Αδάμ και η Εύα. Συνεχής επικοινωνία και μέθεξη του Θεού, αυτός ήταν ο Παράδεισος. Κι όπου υπάρχει ο Θεός δεν υπάρχει ούτε φθορά, ούτε αμαρτία ούτε θάνατος. Άρα όλα αυτά δεν άγγιζαν τον άνθρωπο.
Με την πτώση ο άνθρωπος απογυμνώνεται, δηλαδή χάνει τη θεϊκή στολή, τη θεϊκή προστασία, τη θεϊκή κάλυψη. Ο χιτώνας του είναι πια το δερμάτινο σαρκίο του που κουβαλάει τα πάθη, τη φθορά, το θάνατο. Είναι γυμνός και ντρέπεται. Είναι ορφανός και φοβάται. Είναι απροστάτευτος, εκτεθειμένος στη μανία της φύσης, στους πόνους μιας σκληρής ζωής, στην ακατάπαυστη βιοπάλη. Μα ο Θεός τον αγαπά, τον αγαπά με μανία, τον καταδιώκει.
Απεργάζεται νέο σχέδιο σωτηρίας. Ο Αδάμ δεν μπόρεσε να γίνει Θεός. Αλλά ο Θεός μπορεί να γίνει άνθρωπος. Και γίνεται. Μπαίνει μέσα στον χρόνο και στον χώρο με σάρκα, με ανθρώπινη υπόσταση, ζει όπως εμείς, χωρίς μόνον αμαρτίας, και μας καλεί να Τον αναγνωρίσουμε, να τον δεχτούμε, να Τον αγαπήσουμε, να Τον ακολουθήσουμε, να γίνουμε ένα μαζί Του για να θεωθούμε.
«Ἰδὼν ὁ Κτίστης ὀλλύμενον τὸν ἄνθρωπον χερσίν ὃν ἐποίησε, κλίνας οὐρανοὺς κατέρχεται, τοῦτον δὲ ἐκ Παρθένου θείας Ἁγνῆς, ὅλον οὐσιοῦται, ἀληθείᾳ σαρκωθείς, ὅτι δεδόξασται».
Β) Η συγκατάβαση του Θεού δεν είναι μετάβασις εκ του ουρανού στη γη. «Όλος ην εν τοις κάτω και των άνω ουδόλως απήν ο απερίγραπτος Λόγος.
Συγκατάβασις γαρ θεϊκή, ου μετάβασις δε τοπική γέγονε».
Ο Χριστός χωρίς να απεκδυθεί τη θεότητά του, την κρύβει μέσα στην ανθρώπινη σάρκα την οποία αναλαμβάνει. Αυτό στη θεολογική γλώσσα λέγεται «κένωσις». Η κένωσις του Θεού Λόγου γίνεται από την άπειρη αγάπη Του και το σεβασμό προς το πλάσμα Του. Αν ερχόταν στη γη με φανερή τη θεότητά του, κανένας άνθρωπος δεν θα μπορούσε να σταθεί μπροστά Του, πολύ περισσότερο να αντισταθεί. Θα καταργούνταν το αυτεξούσιο του ανθρώπου, διότι μπροστά στη δόξα του Θεού ο άνθρωπος θα έσβηνε, θα κατέρρεε, δεν θα μπορούσε να επιλέξει ελεύθερα, δεν θα κινούνταν αυτοπροαίρετα προς τον Θεόν. Αλλά ο Θεός αυτό ζητεί από τον άνθρωπο, την ελεύθερη αγάπη του: «Όστις θέλει…». Παρόλο που γνωρίζει ότι το πλάσμα Του, ο άνθρωπος, μόνο κοντά Του θα είναι ευτυχισμένο και ζωντανό και αιώνιο, δεν το αναγκάζει να Τον αγαπήσει, δεν παραβιάζει την ελεύθερη βούληση και επιλογή του. Κρύβει λοιπόν τη θεότητά Του και μπαίνει στον χώρο και τον χρόνο των ανθρώπων τόσο αθόρυβα και ταπεινά, όσο δεν πάει άλλο, θα λέγαμε απλοϊκά. Για τη Γέννησή Του καταστρώνει σχέδιο ανατρεπτικό. Διαλέγει τον πιο άσημο λαό, τον Ιουδαϊκό, που τον προετοιμάζει όμως επί πολλούς αιώνες με τους Πατριάρχες, τους Προφήτες, τη θαυμαστή Έξοδο από τη δουλεία των Αιγυπτίων, τη Βαβυλώνεια αιχμαλωσία κτλ.. Διαλέγει ως γενέτειρα την πιο άσημη πόλη, τη Βηθλεέμ, η οποία προκύπτει εκ της απογραφής που διέταξε ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας. Για τους Ιουδαίους η πληθυσμιακή απογραφή απαγορευόταν ρητά στο Δευτερονόμιο, γιατί ο Θεός δεν ήθελε να καμφθεί το φρόνημα του λαού του λόγω της ολιγαριθμίας του, αλλά να έχει την πεποίθηση στον Κύριό του. «Τω Κυρίω μου, πέποιθα». Αλλά με την διαταγή της απογραφής, η οποία προέρχεται κατά παραχώρηση Θεού από τον ειδωλολάτρη Καίσαρα, ο Ιησούς θα γεννηθεί σε μια ξένη πόλη, όπου δεν θα υπάρχει «τόπος εν τω καταλύματι». Αν γεννιόταν στη Ναζαρέτ όπου ζούσε ο Ιωσήφ, θα υπήρχε γι’ Αυτόν ένα φιλόξενο σπίτι, μια συγγενική φροντίδα. Μέσα στο σχέδιο του Θεού ο Υιός και Λόγος Του γεννάται κυριολεκτικά στο πουθενά, σ’ ένα βρώμικο σπήλαιο, και μπαίνει νεογέννητος στο παχνί των ζώων για να βρει λίγη ζεστασιά κι είναι τυλιγμένος σε λίγα κουρέλια –αυτό θα πει σπάργανα.
«Τὴν ἀπαρχὴν τῶν Ἐθνῶν, ὁ οὐρανὸς σοι προσεκόμισε, τῷ κειμένῳ νηπίῳ ἐν φάτνῃ, δι᾿ ἀστέρος τοὺς Μάγους καλέσας· οὓς καὶ κατέπληττεν,οὐ σκῆπτρα καὶ θρόνοι, ἀλλ' ἐσχάτη πτωχεία· τὶ γάρ εὐτελέστερον σπηλαίου; τὶ δὲ ταπεινότερον σπαργάνων; ἐν οἷς διέλαμψεν ὁ τῆς Θεότητός σου πλοῦτος. Κύριε δόξα σοι».
Από τους πιο φτωχούς γίνεται ο φτωχότερος κι από τους τελευταίους αυτής της γης ο τελευταίος, για να αναλάβει, για να σηκώσει πάνω του όλη την αθλιότητα και τη φτώχεια, αλλά και την αμαρτία της ανθρωπότητας. Η τέλεια κένωση και μάλιστα μυστικά, λάθρα. Ο ουρανός έκανε πανηγύρι, αλλά ελάχιστοι άνθρωποι, λίγοι αγραυλούντες ποιμένες, πληροφορήθηκαν το γεγονός. Ήρθε ο Κύριος κρυφά και τόσο ταπεινά, με σεβασμό στην εικόνα Του, για να μην την τρομάξει. Ήρθε για να σώσει, όχι για να απωλέσει. Ήρθε για να προσλάβει την εικόνα του ανθρώπου και να την θεώσει αφού αυτή η εικόνα του δεν κατάφερε να προσλάβει την εικόνα του Θεού.
«Φέρεις Πατρικήν ὁμοίωσιν Υἱέ μου, καὶ πῶς τοῦ δούλου τὸ ὁμοίωμα πτωχεύσας ἀνέλαβες; πῶς ἐν φάτνῃ ἀνακλίνω σε ἀλόγως τὸν ῥυόμενον ἅπαντας ἀλογίας; ὑμνολογῶ σου τὸ εὔσπλαγχνον".
Συνεχίζεται...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου