Oνειρευόμουν την ώρα τη δική σου,
την ώρα που τα φτερά σου θ ΄άνοιγες μακριά μου να πετάξεις.
Πως θα 'χες πίστευα του αετού τα δυνατά φτερά.
Σ΄ "έβλεπα" να υψώνεσαι, και δίχως δισταγμό να ορμάς
να κατακτήσεις τ' άγνωστα του ουρανού τα πλάτια.
Μα εσύ σαν το σπουργίτι χαμηλοπετάς,
κι όλο γυρίζεις πίσω στη φωλιά μας.
Κι αναρρωτιέμαι, γιε μου, και πονώ:
"Μήπως εγώ σου τσάκισα τ' αετίσια τα φτερά σου..;"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου