Αναγνώστες

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2010

Επιτόκιο 1000%!!!

Όλοι είμαστε επηρεασμένοι από τον "οικονομικό εφιάλτη" στον οποίο ζει η χώρα μας, όλοι μετράμε τις δυνάμεις μας κι ελπίζουμε ν' αντέξουμε, προσθέτουμε, αφαιρούμε, πολλαπλασιάζουμε με τη λογική μας, με γνώμονα το συμφέρον και τις ανάγκες μας και βέβαια πρώτο μας μέλημα "εμείς".
Τι θα λέγατε, αν βγαίναμε για λίγο από την ανθρώπινη λογική μας κι αν προσπαθούσαμε να γνωρίσουμε, να ζήσουμε, να ελπίσουμε, να πιστέψουμε στην "θεϊκή υπέρβαση";
Για όσους θέλουν να γευθούν κάτι διαφορετικό παραθέτω δυο παράλληλες ιστορίες.
Η πρώτη αναφέρεται στα πρώτα χριστιανικά χρόνια, στην Εκκλησία που βίωνε ζωντανά κι αληθινά την αγάπη του Χριστού, τότε που όλοι έτρωγαν στα κοινά τραπέζια, στις Αγάπες. Τότε λοιπόν μια κοπέλα Χριστιανή παντρεύτηκε ένα νεαρό ειδωλολάτρη, άνθρωπο πολύ καλής διαθέσεως, ο οποίος της είχε μεγάλη εμπιστοσύνη και αγάπη. Πριν από το γάμο τους του ζήτησε να της επιτρέπει να συμμετέχει στη χριστιανική λατρεία, πράγμα που ο νέος το σεβάστηκε απολύτως. Λίγον καιρό μετά το γάμο τους ο ειδωλολάτρης σύζυγος εξοικονόμησε από την εργασία του δέκα χρυσά νομίσματα. Ως σώφρων οικονόμος θέλησε κάπου να τα επενδύσει με ασφάλεια. Συμβουλεύτηκε και τη σύζυγό του κι εκείνη με απόλυτη πεποίθηση του σύστησε να τα καταθέσει στην τράπεζα των Χριστιανών - εννοούσε βέβαια τις Αγάπες. "Αυτή θα σου τα επιστρέψει δεκαπλάσια". Ο νέος που την υπεραγαπούσε και την εμπιστευόταν πράγματι ακολούθησε τη συμβουλή της, πήγε μαζί της στο ναό και έδωσε όλες του τις οικονομίες στους πτωχούς Χριστιανούς που βρίσκονταν εκεί περιμένοντας το κοινό τραπέζι. "Αυτοί είναι οι τραπεζίτες" του είπε η γυναίκα του με απόλυτη πίστη.
Πέρασε ένας χρόνος. Το ζευγάρι χρειάστηκε χρήματα. "Πήγαινε στο ναό", είπε η γυναίκα στον άντρα της. Εκείνος πήγε. Δεν βρήκε κανέναν. Ταράχτηκε λίγο, αλλά εμπνευσμένος από την πίστη της γυναίκας του δεν θύμωσε, δεν απελπίστηκε. "Θα ξανάρθω" σκέφτηκε και ξεκίνησε για το σπίτι του. Στο δρόμο του βρέθηκε ένα νόμισμα, αρκετά φθηνό. Έσκυψε και το σήκωσε. Περνώντας από την αγορά αγόρασε ένα ψάρι και λίγα φρούτα μ' αυτό το νόμισμα.
Εξιστόρησε στη γυναίκα του τι συνέβη. "Μην ανησυχείς, θα φροντίσει ο Χριστός" τον καθησύχασε εκείνη και πήρε τα ψώνια να τα τακτοποιήσει. Καθώς καθάριζε το ψάρι βρήκε στην κοιλιά του μια μεγάλη ολοστρόγγυλη άσπριδερή πέτρα. Της έκαμε εντύπωση. Την έδωσε στον άντρα της κι εκείνος έτρεξε να την δείξει σ' έναν φίλο του που έφτιαχνε κοσμήματα.
"Σου δίνω σαράντα χρυσες λίρες γι' αυτή την πέτρα. Είναι ένα τεράστιο μαργαριτάρι. Θέλει μόνο καθάρισμα". Ο νεαρός τα έχασε. Τον κοιτούσε σαστισμένος. Ο φίλος του νόμισε πως δεν έμεινε ικανοποιημένος από την προσφορά του και του λέει: "Σου δίνω εκατό χρυσές. Είμαι βέβαιος πως πρόκειται για το μεγαλύτερο μαργαριτάρι του κόσμου".
Με το πολύ μεγάλο χρηματικό ποσό στα χέρια του ο νέος έτρεξε στη σύζυγό του. "Είναι πράγματι ο ασφαλέστερος κι ο πιο πλουσιοπάροχος τραπεζίτης ο Χριστός στον οποίον πιστεύεις" της λέγει με ενθουσιασμό. "Θέλω κι εγώ να γίνω δικός Του, να τον γνωρίσω όπως εσύ". Λίγο αργότερα αφού κατηχήθηκε, βαπτίσθηκε Χριστιανός.
Η δεύτερη ιστορία συνέβη στις μέρες μας κάπου στην ΑΘήνα. Κάποιος δικηγόρος γνώρισε έναν διά Χριστόν σαλό, τον Τρελογιάννη - του οποίου η ζωή υπήρξε ένα διηνεκές θαύμα, μια συγκλονιστική φανέρωση του Θεού στην πολύβουη αθηναϊκή καθημερινότητα και σε όλους μας. Επηρεασμένος από τα έργα και την πίστη του Τρελογιάννη ο δικηγόρος με σύμφωνη γνώμη της γυναίκας του προέβη σε μια εξαιρετική ¨επένδυση". Είχε δέκα εκατομμύρια δραχμές στην Τράπεζα. Διέθεσε και τα δέκα σε αγαθοεργούς σκοπούς, σε γηροκομεία, ιδρύματα της Εκκλησίας, στην ιεραποστολή. Η καρδιά του γέμισε χαρά ανεκλάλητη. Ζούσε σ' ένα πανηγύρι πανευφρόσυνο. Είχε την αίσθηση ότι όλη του η ζωή φωτίστηκε, ελάφρυνε, ομόρφυνε. Καθημερινό του μέλημα έγινε η μελέτη του Λόγου του Θεού και η φιλανθρωπία με όποια μορφή μπορούσε να την ασκήσει. Πέρασε καιρός. Ούτε ξανασκέφτηκε το χρηματικό ποσό που είχε διαθέσει. Μια μέρα επέστρεψε στο σπίτι του και βρήκε τη γυναίκα του αναστατωμένη. "Με πήρε ο ξάδερφος από το νησί" άρχισε να λέει. "Ρωτάει αν πουλάμε το κτήμα με τις ελιές". "Σιγά το κτήμα" λέει ο δικηγόρος."Τι αξία έχει; Άμα το θέλει ας του το χαρίσουμε". "Δεν το θέλει ο ξάδερφος. Το θέλει μια μεγάλη ξενοδοχειακή επιχείρηση και μας προσφέρει εκατό εκατομμύρια δραχμές"... Το κτήμα πουλήθηκε εκατόν πέντε εκατομμύρια τα οποία βέβαια κατατέθηκαν στην ίδια "τράπεζα".


Πόσο είναι το επιτόκιο του Θεού; Αν δεν κάνω λάθος, σύμφωνα με τα παραπάνω 1000%.
Μήπως είναι καιρός ν' αλλάξουμε κι εμείς "τράπεζα";

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2010

Όλα είναι πολύ καλά, κύριε!





"Κάποτε ζούσε ένας βασιλιάς που αγαπούσε πάρα πολύ το κυνήγι. Όλες τις ελεύθερες ώρες του - και ήταν πολλές, γιατί ήταν βασιλιάς σ' ένα πολύ μικρό κρατίδιο - τις περνούσε κυνηγώντας, παρέα μ' έναν πολύ αγαπημένο φίλο του. Ο φίλος ήταν πολύ αγαπητός γιατί δεν θύμωνε ποτέ. Πάντα αντιμετώπιζε με ψυχραιμία και αισιοδοξία και τις πιο δύσκολες καταστάσεις και ηρεμούσε αφάνταστα τον βασιλιά, όταν του έλεγε με γλυκύτητα και υπομονή "Όλα είναι πολύ καλά, κύριε!". Ο φίλος δεν σκόπευε ο ίδιος τα θηράματα, μόνο ετοίμαζε το όπλο του βασιλιά.
Ένα φθινοπωρινό πρωινό ξεκίνησαν πάλι για το κυνήγι. Ο βασιλιάς έπαιρνε το όπλο που του το γέμιζε ο φίλος του και σκόπευε τα ζωάκια, τα πουλάκια, ό,τι τέλος πάντων περνούσε αμέριμνα μπροστά του. Κάποια στιγμή το όπλο του εκπυρσοκρότησε στα χέρια του και του έκοψε τον αντίχειρα. Ο βασιλιάς σφάδαζε από τον πόνο. Ο φίλος με την ίδια γλυκύτητα όπως πάντα, του είπε: "Όλα είναι πολύ καλά, κύριε!". Αυτή τη φορά ο βασιλιάς όχι μόνο δεν ηρέμησε, αλλά εξοργίστηκε κι έρριξε τον "φίλο" στη φυλακή, να περάσει εκεί την υπόλοιπη ζωή του. Ε! πια, αυτό ήταν κοροϊδία!
Πέρασε λίγος καιρός. Το χέρι του βασιλιά έγειανε, αλλά βέβαια έλειπε ένα δάχτυλο. Ξαναθυμήθηκε το αγαπημένο του χόμπυ. Αποφάσισε να πάει πάλι για κυνήγι. Μάλιστα αυτή τη φορά θα πήγαινε για δύσκολο κυνήγι στη ζούγκλα. Στην αρχή όλα πήγαιναν πολύ καλά. Ο βασιλιάς βρήκε το παλιό του κέφι. Δυστυχώς όμως έπεσε σε ενέδρα ιθαγενών ανθρωποφάγων. Τον έπιασαν και άρχισαν την τελετουργία. Πρώτα έπρεπε, σύμφωνα με τις δεισιδαιμονίες τους, να ελέγξουν αν ήταν απολύτως αρτιμελής. Έκαναν εξονυχιστικό έλεγχο από τις τρίχες της κεφαλής του μέχρι τα ακροδάχτυλά του. Όταν αντίκρισαν την κολοβωμένη άκρα χείρα, εγκατέλειψαν έντρομοι το θύμα τους κι έφυγαν μακριά φωνάζοντας τις προσευχές τους στα πνεύματα στα οποία παρά λίγο θα πρόσφερναν ως θυσία το βασιλιά. Όταν ο βασιλιάς συνήλθε από την απόλυτη τρομάρα του και κατάλαβε τι είχε συμβεί, θυμήθηκε το ρητό του φίλου του "Όλα είναι πολύ καλά, κύριε!". Πράγματι είχε δίκιο. Χάρη στον κομμένο του αντίχειρα γλίτωσε τη ζωή του.
Καταφέρνει να βγει από τη ζούγκλα, επιστρέφει στο κρατίδιό του και τρέχει κατ' ευθείαν στη φυλακή. Πέφτει στα γόνατα και ζητά συγνώμην από τον φίλο του που τόσο άσπλαχνα τον είχε ρίξει εκεί μέσα. Μα εκείνος χαμογελαστός, ατάραχος, γλυκός του λέει: "Όλα έγιναν πολύ καλά, κύριε! Αν δεν ήμουν στη φυλακή, θα με είχαν φάει οι ιθαγενείς. Σίγουρα θα ήμασταν μαζί στο κυνήγι, μαζί και στην παγίδα. Και βέβαια εσύ θα γλίτωνες χάρη στο κομμένο δάχτυλο, εγώ όμως ... "Όλα είναι πολύ καλά, κύριε!".

*Αφιερώνεται με πολλή αγάπη και απόλυτη κατανόηση της δυσκολίας του σε κάποιον φίλο που λόγω ατυχήματος βρίσκεται καθηλωμένος στο κρεβάτι, αλλά και σε όλους όσοι υποφέρουμε μικρά ή μεγάλα βάσανα.

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2010

Κυριακή της συγχώρησης

Ο χθεσινός εσπερινός και ο σημερινός όρθρος ήταν αφιερωμένοι στη θλιβερή ανάμνηση της εξώσεως από τον Παράδεισο. Ο αποψινός πρώτος κατανυκτικός εσπερινός ονομάζεται "της συγχωρήσεως". Απόψε άρχισε το ταξίδι μας για την επιστροφή στον χαμένο Παράδεισο. Θα τον κερδίσουμε με τον Σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού, αλλά για να μπούμε μέσα πρέπει να "συγχωρεθούμε" δηλαδή να "συγχωρέσουμε" από τη στενή του πύλη. Δεν θα μπει ο καθένας μόνος του καμαρωτός, κορδωμένος για την τάχα τελειότητά του ή για την τάχα ταπεινότητά του. Θα μπούμε μαζί αγαπημένοι, όλοι όσοι ποθούμε την επιστροφή στον παράδεισο της πνευματικής τρυφής. Πώς θα συγχωρέσουμε όλοι; Αν μικρύνουμε πολύ-πολύ το εγώ μας, τόσο που να απορροφηθεί από το εμείς. Εύκολο; Δύσκολο; Αυτό είναι το δικό μας μερίδιο για τη σωτηρία μας. Όλα τα άλλα είναι δώρα του Χριστού.
Καλή Σαρακοστή!

Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2010

Μικρά φωτάκια

Τώρα που το αναλογίζομαι σκέφτομαι πως είναι άξιο μνείας και καταγραφής. Το έργο τους ίσως φαίνεται μικρό, λιγοστό κι όχι αξιόλογο. Μα είναι ένα φωτάκι, μια ελπίδα, λίγο στέρεο έδαφος μέσα στη γενική κατολίσθηση. Θέλω να αναφερθώ στις ενοριακές προσπάθειες, στο κατηχητικό και πολιτιστικό τους έργο.
Ας πούμε στην Ενορία του Αγίου Αθανασίου Παλαιοκάστρου όπου ανήκω συμβαίνουν ένα σωρό όμορφα "πράγματα". Μπορεί κάποιος να βρει τμήμα παραδοσιακού τραγουδιού, βυζαντικής μουσικής, παραδοσιακών οργάνων, ζωγραφικής, αγιογραφίας, δημοτικών χορών, εκμάθησης υπολογιστών, φροντιστηριακά μαθήματα Γλώσσας και Μαθηματικών για μαθητές Γυμνασίου και Λυκείου και βέβαια κατηχητικές συνάξεις για όλες τις ηλικίες και Σχολή γονέων. Δεκάδες παιδιά και ενήλικοι βρίσκουν καταφύγιο, στέκι, δημιουργική κι ευχάριστη απασχόληση και ωφέλεια ψυχής, σε μια πολύβουη ασφαλή κυψέλη, στο ενοριακό κέντρο.
Αν μπορούσαμε να δούμε συνολικά παρόμοιες προσπάθειες, αν αθροίζαμε το επιτελούμενο έργο, πιστεύω πως θα ενθαρρυνόμασταν αρκετά. Πολλοί άνθρωποι αγωνίζονται, πολλοί άνθρωποι προσφέρουν ανιδιοτελώς, πολλοί ζουν προσεκτικά, πολλοί αγαπούν, πολλοί κρατούν τις παραδόσεις και μεταδίδουν από γενιά σε γενιά πολιτισμό, πολλοί είναι ευαγγελιστές-κατηχητές.
Ας πάρουμε τα μάτια μας από την ασχήμια που σίγουρα περίσσεψε γύρω μας, αλλά που δεν μας ωφελεί συνεχώς να την σχολιάζουμε και να την αναμεταδίδουμε. Ας στρέψουμε τα μάτια και το ενδιαφέρον μας σε ό,τι φωτεινό και όμορφο υπάρχει κοντά μας ευχαριστούντες πάντοτε τον Θεό αλλά και τους ανθρώπους που κοπιάζουν ξεπερνώντας με καλό λογισμό τα λάθη και τις παραλείψεις που σίγουρα θα υπάρχουν.

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2010

Πόνος βαθύς ή Στου θερισμού την ώρα

Ευχαριστώ θα πει η γη στο αλέτρι που τα σπλάχνα της ξεσκίζει.
Αν ήταν σάρκινη, ποτάμια αίμα ολούθε θα κυλούσαν!
Μ' αυτή με φρόνημα γενναίο χαίρεται, τι προσδοκά τον σπόρο.

Το σπόρο που στη θέρμη της πολύπτυχης αγκάλης της

θα μπει να ζεσταθεί, να βρει καταφυγή κι ήσυχο αραξοβόλι,

και θα τολμήσει να φανερώσει τη ζωή που κρύβει μέσα του...

Η οργωμένη γη πονά, μα χαίρεται.

Δίπλα της μια λωρίδα ανέγγιχτη, απόνετη, ερμητικά κλειστή,

κοιτάει με φρίκη τ΄όργωμα, μα ...ευτυχώς αυτή διασώζεται.

Στου θερισμού την ώρα, την ώρα του απολογισμού,

ο πόνος γέννησε καρπόν πολύν, τόννους από χρυσό σιτάρι.

Μα η λωρίδα η ανέγγιχτη μόνο φτωχό και άχρηστο χορτάρι. (Σ.Κ.)