Αναγνώστες

Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2018

Υμνολογικό απάνθισμα Θεοφανείων

Η συνεργασία μου με μια ιστοσελίδα  (http://www.agiospatrokosmas.gr/?p=5249&preview=true) με παρακινεί σε μια προσπάθεια μετάφρασης κάποιων χαρακτηριστικών ύμνων των μεγάλων εορτών. Η μετάφραση δεν μπορεί να είναι απολύτως κατά λέξιν. Προσπαθώ πάντως -με τη βοήθεια του Θεού, ελπίζω- να μπω στο νόημα των ύμνων και να το αποδώσω στην ομιλουμένη. Με συναρπάζει το βάθος των νοημάτων,αλλά και ο πλούτος και η τέχνη του λόγου. Βαθύτατες έννοιες, δογματικές λεπτότατες διατυπώσεις, διασαφηνίσεις και επισημάνσεις περνούν μέσα στα τροπάρια με μια ασύλληπτη ακρίβεια αλλά και χάρη. Μόνο με φώτιση Θεού έχουν γραφτεί αυτά τα αριστουργήματα! Ένα μικρό δείγμα από την υμνολογία των Θεοφανείων.
(Παράλειψή μου, το ότι δεν σημειώνω από ποιο σημείο των ακολουθιών της εορτής είναι το κάθε τροπάριο).



«Τὸν φωτισμὸν ἡμῶν, τὸν φωτίσαντα πάντα ἄνθρωπον, ἰδὼν ὁ Πρόδρομος, βαπτισθῆναι παραγενόμενον, χαίρει τῇ ψυχῇ, καὶ τρέμει τῇ χειρί· δείκνυσιν αὐτόν, καὶ λέγει τοῖς λαοῖς· Ἴδε ὁ λυτρούμενος τὸν Ἰσραήλ, ὁ ἐλευθερῶν ἡμᾶς ἐκ τῆς φθορᾶς. Ὦ ἀναμάρτητε, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, δόξα σοι».
Τον Φωτισμό μας, Αυτόν που φωτίζει κάθε άνθρωπο, όταν είδε ο Πρόδρομος να έρχεται για να βαπτισθεί, έχαιρε στη ψυχή του κι έτρεμε στα χέρια του. Τον δείχνει και λέγει στα πλήθη: «Ιδού, αυτός είναι ο λυτρωτής του Ισραήλ που μας ελευθερώνει από τη φθορά της αμαρτίας. Ω, αναμάρτητε Χριστέ, που είσαι ο Θεός μας, δόξα σοι!

«Τὰ Ἰορδάνια ῥεῖθρα, σὲ τὴν πηγὴν ἐδέξατο, καὶ ὁ Παράκλητος, ἐν εἴδει περιστερᾶς κατήρχετο, κλίνει κορυφήν, ὁ κλίνας οὐρανούς, κράζει καὶ βοᾷ, πηλὸς τῷ πλαστουργῷ· Τί μοι ἐπιτάττεις τὰ ὑπὲρ ἐμέ; ἐγὼ χρείαν ἔχω τοῦ σοῦ Βαπτισμοῦ. Ὦ ἀναμάρτητε, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, δόξα σοι».
Τα νερά του Ιορδάνη δέχθηκαν μέσα τους Εσένα την Πηγή (της ζωής και των πάντων) και ο Παράκλητος με τη μορφή περιστεριού  κατέβηκε. Χαμηλώνει το κεφάλι Αυτός που  χαμήλωσε τους ουρανούς για να κατεβεί στη γη. Κράζει και φωνάζει το πήλινο σκεύος σ’ Αυτόν που το έπλασε: «Γιατί με προστάζεις να κάνω αυτά που με ξεπερνούν; Εγώ χρειάζομαι τον βαπτισμό Σου». Ω αναμάρτητε Χριστέ μας, δόξα σοι!

«Ὁ ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον, δι᾽ ἡμᾶς καθ᾽ ἡμᾶς γενέσθαι κατηξίωσε, ῥεῖθρα περιβάλλεται σήμερον τὰ Ἰορδάνια, οὐκ αὐτὸς τούτων πρὸς κάθαρσιν δεόμενος, ἀλλ᾽ ἡμῖν ἐν ἑαυτῷ οἰκονομῶν τὴν ἀναγέννησιν. Ὢ τοῦ θαύματος! δίχα πυρὸς ἀναχωνεύει, καὶ ἀναπλάττει ἄνευ συντρίψεως, καὶ σῴζει τοὺς εἰς αὐτὸν φωτιζομένους, Χριστὸς ὁ Θεός, καὶ Σωτὴρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν».
Αυτός που ντύθηκε το θεϊκό φως σαν ρούχο, ταπεινώθηκε για μας κι έγινε σαν κι εμάς και σήμερα λούζεται στα ρείθρα του Ιορδάνη, όχι επειδή χρειαζόταν Αυτός την κάθαρση, αλλά οικονομώντας έτσι, πάνω στον εαυτό του, τη δική μας αναγέννηση. Ω, τι θαύμα είναι αυτό! Χωρίς φωτιά μας λυώνει και μας ξαναδημιουργεί, χωρίς να μας συντρίψει μας ξαναπλάθει και σώζει αυτούς που φωτίζονται από Αυτόν, ο Χριστός και σωτήρας των ψυχών μας.

«Ἔτρεμεν ἡ χεὶρ τοῦ Βαπτιστοῦ, ὅτε τῆς ἀχράντου κορυφῆς ἥψατο, ἐστράφη Ἰορδάνης ποταμὸς εἰς τὰ ὀπίσω, μὴ τολμῶν λειτουργῆσαί σοι· ὁ γὰρ αἰδεσθείς, Ἰησοῦν τὸν τοῦ Ναυῆ, πῶς τὸν Ποιητὴν αὐτοῦ δειλιάσαι οὐκ εἶχεν; Ἀλλὰ πᾶσαν ἐπλήρωσας οἰκονομίαν, Σωτὴρ ἡμῶν, ἵνα σώσῃς τὸν κόσμον τῇ Ἐπιφανείᾳ σου, μόνε φιλάνθρωπε».
Έτρεμε το χέρι το Βαπτιστού όταν ακούμπησε την άχραντη κορυφή Σου και ο Ιορδάνης ποταμός στράφηκε προς τα πίσω μη τολμώντας να σε υπηρετήσει. Αυτός που σεβάσθηκε τον Ιησού του Ναυή πώς θα μπορούσε να μη φοβηθεί μπροστά σ΄Αυτόν που τον έπλασε; Αλλά, Σωτήρα μας, ολοκλήρωσες όλο το σχέδιο της αγάπης σου για να σώσεις τον κόσμο με τα Θεοφάνειά σου, μόνε φιλάνθρωπε.

«Κύριε, πληρῶσαι βουλόμενος, ἃ ὥρισας ἀπ᾽ αἰῶνος, ἀπὸ πάσης τῆς κτίσεως, λειτουργοὺς τοῦ μυστηρίου σου ἔλαβες, ἐκ τῶν Ἀγγέλων τὸν Γαβριήλ, ἐκ τῶν ἀνθρώπων τὴν Παρθένον, ἐκ τῶν οὐρανῶν τὸν Ἀστέρα, καὶ ἐκ τῶν ὑδάτων τὸν Ἰορδάνην, ἐν ᾧ τὸ ἀνόμημα τοῦ κόσμου ἐξείληψας, Σωτὴρ ἡμῶν δόξα σοι».
Κύριε, θέλοντας να ολοκληρώσεις αυτά που απ’ την αρχή των αιώνων και πριν από κάθε δημιουργία εσχεδίασες, προσέλαβες ως βοηθούς σου, από τους Αγγέλους τον Γαβριήλ, από τους ανθρώπους την Παρθένο, από τους ουρανούς τον αστέρα κι απ’ το υδάτινο στοιχείο τον Ιορδάνη, μέσα στον οποίο εξάλειψες, έσβησες την αμαρτία όλου του κόσμου. Σωτήρα μας, δόξα σοι.

«Σήμερον ἡ κτίσις φωτίζεται, σήμερον τὰ πάντα εὐφραίνονται, τὰ οὐράνια ἅμα καὶ τὰ ἐπίγεια. Ἄγγελοι καὶ ἄνθρωποι συμμίγνυνται· ὅπου γὰρ Βασιλέως παρουσία, καὶ ἡ τάξις παραγίνεται. Δράμωμεν τοίνυν ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην, ἴδωμεν πάντες τόν Ἰωάννην, πῶς βαπτίζει Κορυφήν, ἀχειροποίητον καὶ ἀναμάρτητον. Διὸ Ἀποστολικὴν φωνὴν προσᾴδοντες, συμφώνως βοήσωμεν· Ἐπεφάνη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, καταυγάζουσα καὶ παρέχουσα πιστοῖς τὸ μέγα ἔλεος».
Σήμερα φωτίζεται η κτίση, σήμερα όλα είναι ευφρόσυνα, τα ουράνια και τα επίγεια μαζί. Οι άγγελοι κι οι άνθρωποι έγιναν ένα. Γιατί όπου είναι παρών ο Βασιλιάς καταργείται η αυστηρή τάξη. Ας τρέξουμε όλοι στον Ιορδάνη, να δούμε τον Ιωάννη πώς βαπτίζει την Κορυφή , την αχειροποίητη και αναμάρτητη. Με αποστολική φωνή όλοι μαζί ας ψάλουμε: φανερώθηκε εξ ύψους η Χάρις του Θεού, η σωτήρια για όλους τους ανθρώπους που ρίχνει άπλετο φως και παρέχει στους πιστούς το μέγα έλεος.

«Τὶ ἀναχαιτίζεις σου τὰ ὕδατα ὦ Ἰορδάνη; τὶ ἀναποδίζεις τὸ ῥεῖθρον, καὶ οὐ προβαίνεις τὴν κατὰ φύσιν πορείαν. Οὐ δύναμαι φέρειν, φησί, πῦρ καταναλίσκον· ἐξίσταμαι, καὶ φρίττω τὴν ἄκραν συγκατάβασιν· ὅτι οὐκ εἴωθα τὸν καθαρὸν ἀποπλύνειν, οὐκ ἔμαθον τὸν ἀναμάρτητον ἀποσμήχειν, ἀλλὰ τὰ ῥερυπωμένα σκεύη ἐκκαθαίρειν. Ἀκάνθας φλέγειν με ἁμαρτημάτων διδάσκει, ὁ ἐν ἐμοὶ βαπτιζόμενος Χριστός· ὁ Ἰωάννης συμμαρτυρεῖ μοι· ἡ Φωνὴ τοῦ Λόγου βοᾷ· ἴδε ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου. Αὐτῷ πιστοὶ βοήσωμεν· ὁ ἐπιφανεὶς Θεός, εἰς τὴν ἡμῶν σωτηρίαν, δόξα σοι».
Γιατί, Ιορδάνη, συγκρατείς τα ύδατά σου; Γιατί αντέστρεψες τη ροή σου και δεν ακολουθείς τη φυσική σου πορεία; Δεν αντέχω, αποκρίνεται (ο ποταμός) αυτή τη φωτιά που καίει τα πάντα. Ξαφνιάζομαι και φρίττω με την υπερβολική συγκατάβαση. Δεν έχω συνηθίσει να πλένω τον καθαρό, δεν έμαθα να  καθαρίζω τον αναμάρτητο, αλλά να καθαρίζω τα βρώμικα σκεύη. Ο Χριστός που μέσα μου βαπτίζεται με διδάσκει να κάψω τ’ αγκάθια των αμαρτιών μου. Ο Ιωάννης γίνεται μάρτυρας μαζί με μένα. Η Φωνή του Λόγου του Θεού (δηλαδή ο Ιωάννης) φωνάζει δυνατά: «Να! Αυτός είναι ο αμνός (το προβατάκι) του Θεού που σηκώνει την αμαρτία όλου του κόσμου». Προς Αυτόν, ω πιστοί, ας φωνάξουμε: «Θεέ μας, που μας φανερώθηκες για να μας σώσεις, δόξα Σοι».

«Τὴν χεῖρά σου τὴν ἁψαμένην, τὴν ἀκήρατον κορυφὴν τοῦ Δεσπότου (ἐκ τρίτου).
Αυτό το χέρι που άγγιξε την ανέγγιχτη κορυφή του Δεσπότου μας,
μεθ᾽ ἧς καὶ δακτύλῳ αὐτόν, ἡμῖν καθυπέδειξας, ἔπαρον ὑπὲρ ἡμῶν, Βαπτιστά,
με το δάχτυλο του οποίου μας τον υπέδειξες, Βαπτιστά, σήκωσέ το για να ικετεύσεις για μας.
ὡς παρρησίαν ἔχων πολλήν· καὶ γὰρ μείζων τῶν Προφητῶν ἁπάντων, ὑπ᾽ αὐτοῦ μεμαρτύρησαι.
Γιατί έχεις μεγάλη παρρησία, αφού ο ίδιος ο Δεσπότης σε ονόμασε μεγαλύτερο όλων των Προφητών
Τοὺς ὀφθαλμούς σου πάλιν δέ, τοὺς τὸ Πανάγιον Πνεῦμα κατιδόντας,
Και τα μάτια σου που είδαν το Πανάγιο Πνεύμα
ὡς ἐν εἴδει περιστερᾶς κατελθόν, ἀναπέτασον πρὸς αὐτὸν Βαπτιστά, ἵλεων ἡμῖν ἀπεργασάμενος.
Να κατέρχεται με τη μορφή περιστεριού σήκωσέ τα προς Αυτόν, Βαπτιστά, και παρακάλεσέ Τον να μας σπλαχνιστεί
Καὶ δεῦρο στῆθι μεθ᾽ ἡμῶν (ἐκ γ').
Κι έλα στάσου κοντά μας
ἐπισφραγίζων τὸν ὕμνον, καὶ προεξάρχων τῆς πανηγύρεως.
Κι επισφράγισε τον ύμνο μας και γίνε εσύ ο προεξάρχων της πανηγύρεώς μας.

«Ἰορδάνη ποταμέ, τὶ ἐθαμβήθης θεωρῶν; Τὸν ἀθεώρητον γυμνόν, εἶδον καὶ ἔφριξα φησί• καὶ πῶς γὰρ τοῦτον οὐκ ἔμελλον φρῖξαι καὶ δῦναι; οἱ Ἄγγελοι αὐτόν, ὁρῶντες ἔφριξαν• ἐξέστη οὐρανός, καὶ γῆ ἐτρόμαξε• καὶ συνεστάλη θάλασσα καὶ πάντα, τὰ ὁρατὰ καὶ ἀόρατα. Χριστὸς ἐφάνη, ἐν Ἰορδάνῃ, ἁγιάσαι τὰ ὕδατα».
 Ιοδάνη ποταμέ, τι θωρείς έκπληκτος; Είδα γυμνόν Αυτόν που είναι αθώρητος και έφριξα! Και πώς θα μπορούσα να μην φρίξω και να μην βυθιστώ; Τον είδαν οι Άγγελοι και έφριξαν! Σάστισε ο ουρανός και τρόμαξε η γη! Η θάλασσα μαζεύτηκε κι όλα τα ορατά και τα αόρατα! Φανερώθηκε ο Χριστός στον Ιορδάνη για να αγιάσει τα ύδατα!