ΛΑΤΡΕΙΑ με την Εθνική μας ομάδα έχει ο Γάλλος αθλητικογράφος
Θιμπό Λεπλά, ο οποίος υποκλίνεται στο μεγαλείο της, και με ένα
άρθρο-ΥΜΝΟ για την Ελληνική ομάδα αλλά και για τη χώρα μας, κάνει
διθυραμβικά σχόλια.
Το κείμενο δημοσιεύεται στην γαλλική ιστοσελίδα sofoot, έχει τίτλο
«Η Ελλάδα ή η αίσθηση του τραγικού», και αναφέρει χαρακτηριστικά στην αρχή του κειμένου του:
«Σε κάθε μεγάλη διοργάνωση, το ίδιο “ποίημα”. Oι Έλληνες
δεν είναι ποτέ φαβορί. Ωστόσο είναι από τους λίγους Ευρωπαίους που
κατάφεραν να φτάσουν στις τελικές δύο οχτάδες. Τότε λοιπόν γιατί; Γιατί
κανείς δεν αγαπά την Ελλάδα;»
(...)Τώρα πρέπει να ζητήσουμε από τον αναγνώστη να περιπλανηθεί στη χώρα των ονείρων.
Φανταστείτε ότι γνωρίζετε το αλφάβητό τους και τη γλώσσα τους που είναι
οικείο το άκουσμά της —έχει τους συριγμούς των πορτογαλικών, τις
αιχμηρότητες των γαλλικών, την ακρίβεια των γερμανικών. Κοιτάξτε τώρα τον κόσμο σαν να είχατε γεννηθεί σ’ ένα νησάκι της Μεσογείου. Ζείτε απέναντι στη Λιβύη και στην Τουρκία αλλά είσαστε η καρδιά της Ευρώπης, το συγκινησιακό της κέντρο. Έχετε επινοήσει όλα εκείνα τα πράγματα που αφήνουν αδιάφορους τους εμπόρους της παγκοσμιοποίησης αλλά αποτελούν τα θεμέλια της ανθρώπινης κοινότητας: το θέατρο, τη δημοκρατία, τη φιλοσοφία, τους αγώνες.
Κάποιοι τα βλέπουν αυτά αφ’ υψηλού όπως βλέπουν αφ’ υψηλού και τη μικρή, φτωχή ομαδούλα σας. Λένε
και ξαναλένε ότι το μεγαλύτερο κατόρθωμα του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου τα
τελευταία είκοσι χρόνια, το δικό σας κατόρθωμα στο Euro του 2004, ήταν
ένα από τα περίεργα θλιβερά φαινόμενα της ιστορίας κι ότι το κοντέρ
πρέπει να ξεκινήσει απ’ το μηδέν. Σίγουρα πήρατε το ευρωπαϊκό
πρωτάθλημα εκείνη τη χρονιά, νικήσατε τους καλύτερους, επιδείξατε μια
μοναδική και απαράμιλλη ψυχραιμία. Σίγουρα. Αλλά θα προτιμούσαν
να αρχειοθετήσουν αυτό το συμβάν κάτω από μια στοίβα αναμνήσεων ώστε να
λησμονηθεί με την πιο συνειδητή μέθοδο αποσιώπησης. Ωστόσο νά που το βράδυ της Τρίτης μας δώσατε ένα μάθημα από κείνα που δεν ξεχνιούνται τόσο εύκολα. Σ’
αυτό το Μουντιάλ όπου οι αμυντικές πεντάδες είχαν αποκλείσει κάθε
πιθανότητα θεαματικής ανδραγαθίας είχαμε ξεχάσει ότι ο ενθουσιασμός και η
αυταπάρνηση μπορούν να κάνουν θαύματα. Τα ευρωπαϊκά έθνη πάτωσαν το ένα μετά το άλλο. Εκτός από την Ελλάδα. Και η Ελλάδα είμαστε εμείς.
(...)«Ο μεγαλύτερος κίνδυνος θέλει άντρες με καρδιά», έψαλε ο Πίνδαρος στους Ολυμπιόνικες.
Και θέλει άντρες με ασυνήθιστα ονόματα. (...)
(...)
Γιατί λοιπόν αφού μοιάζουμε τόσο πολύ με τους Έλληνες
δεν αγαπάμε καθόλου τουςΈλληνες στο ποδόσφαιρο; Ίσως γιατί μέσα στις
λευκές τους στολές και σ΄ αυτό τον τρόπο που νικάνε μόνο και μόνο γιατί
δε θέλουν να πεθάνουν, σε αυτό το πείσμα να μην υποκύπτουν στη μόδα και
να ζουν πάντα σε καθεστώς καθυστέρησης, βλέπουμε τον πιο αληθινό μας
εαυτό, εμείς οι σωστοί. Η ελληνική ομάδα δε θα μας παρουσιάσει κάτι άξιο
ζωηρού θαυμασμού ή επευφημίας. Και μόνο η παρουσία της εκφράζει για μας
ένα είδος απειλής για τις άψογες διοργανώσεις μας. Αν κάποιες στιγμές
οι άλλες ομάδες με τη χάρη μιας κίνησης, ενός γκολ ή μιας σφοδρής
συγκίνησης μας κερνάνε ψίχουλα του απόλυτου ή σπίθες ιδιοφυΐας, η Ελλάδα
από τη μεριά της δίνει πάντα αυτό μονάχα που υπόσχεται: την αδιαλλαξία
και τη θυσία. Ποτέ δεν είχε άλλες φιλοδοξίες από μια μάχη δίχως έλεος.
Δίχως κανένα έλεος για τους άλλους ούτε για τον εαυτό της.
(...)Δύο τραυματισμοί στα είκοσι λεπτά, δύο δοκάρια οριζόντια, ένα
κάθετο, η ισοφάριση από την Ακτή Ελεφαντοστού μέσα σε δέκα λεπτά από τη
λήξη του αγώνα, μέσος όρος ηλικίας πάνω από 30 χρόνια: η Ελλάδα πήγαινε
στα ίσα για αποκλεισμό. Επιτέλους, τι ανακούφιση. Όμως στο βάθος όλοι
ξέραμε. Αυτό το παιχνίδι ήταν δικό τους, η Ελλάδα θα κέρδιζε.
Έπρεπε να φτάσουμε στο τέλος, να ακουστεί το «ο κύβος ερρίφθη»!
Ενορατικά είχαμε μαντέψει ότι οι συνθήκες αυτής της αναμέτρησης
οδηγούσαν στην εποποιία και στην κάθαρση.
Όπως στις ραψωδίες του
Ομήρου οι θεοί συνεδρίαζαν εκτάκτως και ο Δίας απαιτούσε να μείνουν
ουδέτεροι αλλά αυτοί τελικά δεν κατάφερναν να συγκρατηθούν και να μη
λάβουν μέρος στη μεγαλειώδη σύρραξη ευνοώντας τους εκλεκτούς τους.
Οι
Έλληνες θα κέρδιζαν στο τέλος, το ξέραμε. Ένας από μηχανής θεός θα τους
λυπόταν στο τέλος αυτής της σκληρής δοκιμασίας και θα κατέβαινε στο
γήπεδο στο πλευρό τους. Ήταν ο Δίας. Έλαβε τη μορφή ενός σφυρίγματος. Τότε
στο 93ο λεπτό ο Γιώργος Σαμαράς πήρε την μπάλα, την απίθωσε στο σημείο
του πέναλτι και ακούμπησε τις παλάμες του στους γοφούς πριν εκτοξεύσει
τη χαριστική βολή δίχως ίχνος δισταγμού.
Ύστερα σχεδίασε με τα
δάχτυλά του το σχήμα μιας καρδιάς για να υπενθυμίσει στο κοινό ότι οι
άνθρωποι κερδίζουν τις νίκες κι όχι οι θεοί.
Όσο κρατάει το Μουντιάλ έχουμε πάντα δυο ομάδες στην καρδιά μας. Τη μία γιατί είναι η δική μας. Την άλλη γιατί είναι η Ελλάδα!!!».
*Ελπίζω να μην αρχίσουμε πάλι τις γκρίνιες και τη μιζέρια - όπως το συνηθίζουμε - σχολιάζοντας αρνητικά το εθνικό μας συγκρότημα.
Είναι αγωνιστές, έχουν ψυχή, τα έδωσαν όλα. Τους οφείλουμε τιμή κι ευγνωμοσύνη.
1 σχόλιο:
Υπέροχο άρθρο. Μέσα σε τόση μαυρίλα και θανατίλα, ο φιλελληνισμός ζεί, στοχάζεται, δημοσιοποιεί με παρρησία.
Ευχαριστούμε Σταυρούλα για την μεταφορά του άρθρου
Φυλίτσα
Δημοσίευση σχολίου