Στην Γέννηση του Χριστού -η οποία εορτάζεται ακόμη στην Εκκλησία μας, τα Χριστούγεννα δεν είναι μιας ημέρας εορτή- το κυριότερο πρόσωπο είναι βέβαια η Παναγία μας στην οποία είναι αφιερωμένη η δεύτερη ημέρα, 26η Δεκεμβρίου. Λίγες σκέψεις για την επιλογή της από τον Θεό και το μυστήριο της αειπαρθενίας της από τον π.Ζαχαρία του Essex.
Η επιλογή
της Παρθένου Μαρίας είναι θα λέγαμε η μεγάλη έγνοια του Θεού.
Ο πανάγιος
Θεός, ο μη γνους αμαρτίαν, δεν μπορεί να σκηνώσει παρά μόνο σε πεντακάθαρο
δοχείο, σε πάναγνη, σε παναγία Μητέρα. Ο Θεός σαρκώνεται μόνο τότε, όταν
έρχεται στον κόσμο, όταν υπάρχει αυτό το πολύτιμο, το πεντακάθαρο, δοχείο, η
Παναγία μας. Η απόλυτη καθαρότητά της, η απόλυτη ταπείνωσή της, η απόλυτη αφιέρωσή της στον Θεό Τον συγκινούν,
Τον προσκαλούν.
Η Παναγία μας
είχε τρεις μεγάλες αρετές στον υπέρτατο βαθμό για τις οποίες ο Θεός την αγάπησε
υπερβολικά και αναπαύθηκε σ’ αυτήν το Πνεύμα Του και την επεσκίασε. Είχε την απόλυτη αγνότητα. Ποτέ δεν
αγάπησε κάτι άλλο. Δεν μοιράστηκε η καρδιά της. Ολόκληρη βυθίστηκε στο Θεό. Οι
Άγιοι έχουν ξεπεράσει το στάδιο της επιλογής. Είναι ολοκληρωτικά δοσμένοι στον
Θεό. Η Παναγία μας παιδιόθεν, τέλεια και αποκλειστικά αγάπησε τον Θεό και Του
δόθηκε. Το σώμα και το νου και την καρδιά της δεν τα άγγιξε καμιά κοσμική
αγάπη. Παρέμειναν πάναγνα. Η προσευχή της συνεχής και βαθιά κατέβηκε στην
καρδία της κι εκεί ενώθηκε με τον Θεό και με όλη την ανθρωπότητα. Μέσα στα Άγια
των Αγίων προσευχήθηκε για όλη την ανθρωπότητα. Η μεσιτεία της για μας δεν
αρχίζει μετά την Χριστού Γέννηση, αλλά προϋπάρχει. Ο νους της είναι βυθισμένος
στον Θεό. Είναι ένα γνήσιο πρόσωπο, μια γνήσια υπόσταση της οποίας το κάλλος ο
Θεός υπεραγαπά. «Ο Θεός ηράσθη του κάλλους σου, Παρθένε!»
Δεύτερον είχε την ταπείνωση. Λέγει η παράδοσις από
την οποία αντλούμε όλες τις γνώσεις μας για την Παναγία πως όταν διάβασε στους
Προφήτες και ιδίως στον Ησαΐα «Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται Υιόν και
καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ, όστις ποιμανεί τον λαόν αυτού», τόσο
συγκλονίστηκε και συναρπάσθηκε από την υπόσχεση του ερχομού του Μεσσία ώστε
παρακαλούσε στην προσευχή της να γίνει η θεραπαινίς εκείνης της μητέρας που θα
αξιωνόταν να τον κυοφορήσει. Ήθελε να γίνει δούλη της μητέρας του Θεού. Φυσικά
ούτε διανοήθηκε πως θα μπορούσε ο Θεός να σκηνώσει στη δική της μήτρα. Αλλά
όποιον ταπεινώνει εαυτόν, τον υπερυψώνει ο Θεός. Η Παρθένος είχε κάνει την
προσωπική της κένωση. Είχε αδειάσει τον εαυτό της από τον εαυτό της και από
κάθε γήινο. Βρίσκει λοιπόν ο Θεός χώρο άπλετο και πεντακάθαρο όπου μπορεί να
σκηνώσει, όπου μπορεί να ενανθρωπίσει.
Η τρίτη αρετή
της Παρθένου είναι η υπακοή. «Γένοιτό μοι κατά το ρήμα Σου».
Η υπακοή είναι
η φυσική συνέπεια της ταπείνωσης. Η αναντίρρητη υπακοή σε μια αγγελία, σε μια
πρόσκληση που ξεπερνά κάθε λογική και ενέχει και πολλούς κινδύνους για μια
άγαμη κόρη που καλείται να κυοφορήσει, δεν είναι απλή υπόθεση. Αν δεν είχε
προηγηθεί η βαθιά προσευχή, η μυστική ένωση με τον Θεό, αν δεν υπήρχε η
απλότητα της ταπείνωσης δεν θα μπορούσε να υπάρξει εκείνο το απροϋπόθετο «ναι»
της Παναγίας μας στον Αρχάγγελο Γαβριήλ κατά τον Ευαγγελισμό.
Η Παναγία
ήταν Παρθένος προ τόκου, κατά τον τόκον και μετά τον τόκον.
«Πώς έσται μοι τούτο επεί άνδρα ου γινώσκω;» Προ της
συλλήψεως δεν υπάρχει συνάφεια. «Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις
Υψίστου επισκιάσει σε». Η σύλληψη γίνεται εκ Πνεύματος Αγίου. Ουχί εκ θελήματος
ανδρός, αλλ’ εκ θελήματος Θεού.
Κατά τον τόκον
δεν συμβαίνει παραβίασις της παρθενίας. Ο τικτόμενος Θεός δεν πληγώνει την
πάναγνη Μητέρα Του. Πώς θα μπορούσε αυτός που ό,τι αγγίζει το αγιάζει και το
θεραπεύει να περάσει από την Παρθένο και να την τραυματίσει, να της αφήσει
πληγή; Αυτό θα ήταν απαράδεκτο. Πέρασε χωρίς να διαφθείρει την παρθενία της. Ο
Θεός διέρχεται διά της θύρας και η θύρα παραμένει κεκλεισμένη. Δεν είναι
παράξενο. Το είδαμε να συμβαίνει και μετά την Ανάσταση όταν ο Χριστός των θυρών
κεκλεισμένων μπαίνει στο υπερώο όπου ήσαν συνηγμένοι και παρουσιάζεται στους
μαθητές Του.
Η Παναγία
παραμένει Παρθένος και μετά τόκον. Έχουμε άπειρα παραδείγματα ανθρώπων απλών
που κράτησαν την παρθενία τους επειδή γεύθηκαν τον θεϊκό έρωτα, επειδή τους
άγγιξε η χάρις του Θεού. Πώς δεν θα έμενε παρθένος και άφθορος αυτή που όχι
απλά την άγγιξε η Θεία Χάρις, αλλά έφερε στα σπλάχνα της επί εννέα μήνες όλον
τον Θεόν, τον βάσταξε στις αγκάλες της, τον εθήλασε! Πώς μπορούσε μετά από αυτό
το ασύλληπτο βίωμα η Παναγία να μπει σε μια ανθρώπινη ζωή με σαρκική συνάφεια!