"Εθνών σε κήρυκα και φωστήρα τρισμέγιστον, Θεσσαλονικέων διδάσκαλον, οικουμένης αγλάισμα, ευφροσύνως γεραίρομεν. Τους αγώνας τιμώμεν και τας βασάνους διά Χριστόν, το σεπτόν σου μαρτύριον. Άγιε Παύλε Απόστολε, πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών".
Οι Θεσσαλονικείς τον αποκαλούμε "διδάσκαλο Θεσσαλονικέων", οι Αθηναίοι "διδάκαλο Αθηναίων", οι Βεροιείς "διδάσκαλο Βεροιέων", οι Κορίνθιοι "διδάσκαλο Κορινθίων". Για όλους τους Έλληνες ο Απόστολος Παύλος είναι ο πνευματικός πατέρας, η αφορμή της αναγεννημένης εν Χριστώ ζωής μας.
Ποιος μπορεί να διηγηθεί τους κόπους και τα μαρτύρια που υπέμεινε για την αγάπη του Χριστού και για τον δικό μας ευαγγελισμό; Είμαστε παιδιά του αγαπημένα, όχι απλά μαθητές του. Πόνεσε πολύ για μας. Μας κέρδισε στην πίστη του Χριστού με πολύ ακριβό αντίτιμο.
Γράφει ο ίδιος στην Β΄προς Κορινθίους επιστολή: "Πέρασα αμέτρητους κόπους, δέχθηκα στο σώμα μου αναρίθμητες πληγές, φυλακίστηκα κι έμεινα στη φυλακή περισσότερο από κάθε άλλον, ήρθα αντιμέτωπος με τον θάνατο πολλές φορές, πεντάκις μαστιγώθηκα από τους Εβραίους με "τεσσαράκοντα παρά μίαν", τρεις φορές χτυπήθηκα με ράβδους, λιθοβολήθηκα, τρεις φορές ναυάγησα και θαλασσόδερνα ένα μερόνυχτο. Πέρασα μακρές οδοιπορίες, πέρασα κινδύνους από πλημμυρισμένα ποτάμια, κινδύνους από ενέδρες ληστών, κινδύνους από την εχθρότητα των ομοεθνών μου Εβραίων αλλά και των εθνικών, κινδύνους μέσα σε πόλεις, σε ερημικές τοποθεσίες, στη θάλασσα. Κοπίασα, μόχθησα, ξαγρύπνησα, πείνασα, δίψασα, στερήθηκα, πάγωσα, βρέθηκα σε βαρυχειμωνιές με λιγοστά ενδύματα, "κουβάλησα" τη στεναχώρια των αδελφών μου και τη φροντίδα για όλες τις εκκλησίες. Ποιος αθενεί και δεν συμπάσχω κι εγώ μαζί του; Ποιος σκοντάφτει στον αγώνα του τον πνευματικό και δεν συντρίβομαι κι εγώ μαζί του;...". Και λίγο αργότερα έλαβε και τον στέφανο του μαρτυρικού τέλους...
Γι' αυτό κι έχει κάθε δικαίωμα να μας νουθετεί, να μας ελέγχει, να μας παιδαγωγεί με στοργή αλλά και αυστηρότητα μέσα από τις επιστολές του.
Οφείλουμε ως πνευματικά του παιδιά να γνωρίσουμε τον Απόστολο Παύλο, να μελετήσουμε την ιερή παρακαταθήκη του, αλλά κυρίως να μιμηθούμε την άγια ζωή του, ακολουθούντες την προτροπή του: "Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού" (Α΄ Κορ. ια΄ 1).
Οι Θεσσαλονικείς τον αποκαλούμε "διδάσκαλο Θεσσαλονικέων", οι Αθηναίοι "διδάκαλο Αθηναίων", οι Βεροιείς "διδάσκαλο Βεροιέων", οι Κορίνθιοι "διδάσκαλο Κορινθίων". Για όλους τους Έλληνες ο Απόστολος Παύλος είναι ο πνευματικός πατέρας, η αφορμή της αναγεννημένης εν Χριστώ ζωής μας.
Ποιος μπορεί να διηγηθεί τους κόπους και τα μαρτύρια που υπέμεινε για την αγάπη του Χριστού και για τον δικό μας ευαγγελισμό; Είμαστε παιδιά του αγαπημένα, όχι απλά μαθητές του. Πόνεσε πολύ για μας. Μας κέρδισε στην πίστη του Χριστού με πολύ ακριβό αντίτιμο.
Γράφει ο ίδιος στην Β΄προς Κορινθίους επιστολή: "Πέρασα αμέτρητους κόπους, δέχθηκα στο σώμα μου αναρίθμητες πληγές, φυλακίστηκα κι έμεινα στη φυλακή περισσότερο από κάθε άλλον, ήρθα αντιμέτωπος με τον θάνατο πολλές φορές, πεντάκις μαστιγώθηκα από τους Εβραίους με "τεσσαράκοντα παρά μίαν", τρεις φορές χτυπήθηκα με ράβδους, λιθοβολήθηκα, τρεις φορές ναυάγησα και θαλασσόδερνα ένα μερόνυχτο. Πέρασα μακρές οδοιπορίες, πέρασα κινδύνους από πλημμυρισμένα ποτάμια, κινδύνους από ενέδρες ληστών, κινδύνους από την εχθρότητα των ομοεθνών μου Εβραίων αλλά και των εθνικών, κινδύνους μέσα σε πόλεις, σε ερημικές τοποθεσίες, στη θάλασσα. Κοπίασα, μόχθησα, ξαγρύπνησα, πείνασα, δίψασα, στερήθηκα, πάγωσα, βρέθηκα σε βαρυχειμωνιές με λιγοστά ενδύματα, "κουβάλησα" τη στεναχώρια των αδελφών μου και τη φροντίδα για όλες τις εκκλησίες. Ποιος αθενεί και δεν συμπάσχω κι εγώ μαζί του; Ποιος σκοντάφτει στον αγώνα του τον πνευματικό και δεν συντρίβομαι κι εγώ μαζί του;...". Και λίγο αργότερα έλαβε και τον στέφανο του μαρτυρικού τέλους...
Γι' αυτό κι έχει κάθε δικαίωμα να μας νουθετεί, να μας ελέγχει, να μας παιδαγωγεί με στοργή αλλά και αυστηρότητα μέσα από τις επιστολές του.
Οφείλουμε ως πνευματικά του παιδιά να γνωρίσουμε τον Απόστολο Παύλο, να μελετήσουμε την ιερή παρακαταθήκη του, αλλά κυρίως να μιμηθούμε την άγια ζωή του, ακολουθούντες την προτροπή του: "Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού" (Α΄ Κορ. ια΄ 1).