Σήμερα μας αποχαιρέτησε ο καθηγητής κ.Σωτήρης Τσιόδρας μετά την τελευταία ζωντανή ενημέρωση για την εξάπλωση του κορωνοϊού στη χώρα μας και τον εναντίον του ιού αγώνα.
Ό,τι και να γράψουμε για τον καθηγητή μας είναι λίγο. Δαπανήθηκε για όλους μας και εισέπραξε βέβαια και το ανάλογο τίμημα. Αγάπη και ευγνωμοσύνη από πολλούς, αλλά και λοιδωρίες και κατηγορίες και συκοφαντίες και πικρά σχόλια από άλλους, δυστυχώς ουκ ολίγους.
Αυτή είναι η ανθρώπινη πραγματικότητα. Καθένας κρίνει με μέτρο τον εαυτό του. Βλέπει με το φως της ψυχής του. Οι καθαροί άνθρωποι αναγνωρίζουν την καθαρότητα, τα ειλικρινή και ανιδιοτελή κίνητρα, την διάθεση προσφοράς, εκτιμούν τον αγώνα και την αγωνία του άλλου. Οι υποψιασμένοι ανακαλύπτουν παντού συνωμοσίες, ιδιοτέλειες, σκοτεινά σχέδια, κρυφές επιδιώξεις. Οι πονηροί διαστρέφουν την πραγματικότητα, ψάχνουν να βρουν ευαίσθητα σημεία για να πληγώσουν, να συκοφαντήσουν, να αμαυρώσουν.
Ακόμη και οι "Χριστιανοί" τον κατηγόρησαν πως υποστήριξε το κλείσιμο των εκκλησιών, πως ταυτίστηκε με τους παγκοσμιοποιητές του ΠΟΥ, πως υποστηρίζει το τσιπάρισμα διά του εμβολιασμού και ό,τι άλλο βάλει ο νους.
Όλα τα υπέστη ο κ.Τσιόδρας χωρίς να μπει σε αντιπαράθεση με κανέναν. Με πολλή υπομονή και ταπείνωση εξήγησε, εξήγησε, εξήγησε, ξανά και ξανά και ξανά, μας κατατόπισε, μας βοήθησε να περάσουμε με ψυχραιμία και με ελάχιστα θύματα όλη αυτή τη λαίλαπα που διέλυσε πολύ ισχυρότερες χώρες.
Του χρωστάμε όλοι ένα προσωπικό ευχαριστώ και μια ειλικρινή συγνώμη.
Χρωστάμε όμως και κυρίως στον Θεό ένα τεράστιο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ που μας τον έστειλε!!
Και το όμορφο ποίημα του Ελύτη με το οποίο μας αποχαιρέτησε:
Μπορώ να γίνω ευτυχισμένος με τα πιο απλά πράγματα
και με τα πιο μικρά.
Και με τα καθημερινότερα των καθημερινών.
Μου φτάνει που οι εβδομάδες έχουν Κυριακές
Που οι χειμώνες έχουν πέτρινα, χιονισμένα σπίτια.
Που ξέρω ν' ανακαλύπτω τα κρυμμένα πετροράδικα στις κρυψώνες τους.
Μου φτάνει που μ' αγαπάνε τέσσερις άνθρωποι.
Πολύ…
Μου φτάνει που αγαπάω τέσσερις ανθρώπους.
Πολύ…
Που ξοδεύω τις ανάσες μου μόνο γι' αυτούς.
Που δεν φοβάμαι να θυμάμαι.
Που δε με νοιάζει να με θυμούνται.
Που μπορώ και κλαίω ακόμα.
Και που τραγουδάω… μερικές φορές…
Που υπάρχουν μουσικές που με συναρπάζουν.
Και ευωδιές που με γοητεύουν…» "