27 Μαΐου 1453-Κυριακή των Αγίων Πάντων
Έγειρε ο ήλιος κι έδυσε απ' της Βλαχέρνας πίσω το παλάτι.
Κι έβαψε πορφυρά κι αιμάτινα τα τείχη, τα βασανισμένα κάστρα.
Κι αυτή τη μέρα άντεξαν! Ίσως γενεί το θαύμα!
Τα τείχη των Βλαχερνών
Μες στη μικρή την εκκλησιά, στου παλατιού την πιο αγιασμένη κόγχη,
ο Κωνσταντίνος εγονάτισε μπροστά στην Παναγιά την Οδηγήτρα.
Τούτη την Παναγιά την αγαπά πιο πάνω από τις άλλες.
Μάνα του είναι και κυρά,
φερμένη απ' του Μυστρά τον Άη-Δημήτρη.
"Απόκαμα, Μητέρα μου, μόνος απαραμύθητος...
Τ' αδέλφια μου με ξέχασαν κι οι Χριστιανοί της Δύσης.
Είμαστε λίγοι, ελάχιστοι, ζωσμένοι από θεριά.
Όμως εμήνυσα στον Αμηρά: "Την Πόλη δεν στη δίνω!
Δεν είμαι εγώ αρμόδιος κι ούτε κανένας άλλος,
την Πόλη την ατίμητη στα χέρια σου να δώσει!
Κι αποφασίσαμε μ' αυτήν μαζί όλοι μας να χαθούμε".
Τώρα όμως, μόνοι, Εσύ κι εγώ, πες μου, Μητέρα, πες μου.
Μήπως παραλογίζομαι, μήπως εις μάτην κοπιώ και σπένδομαι;
Μήπως στο αναπόφευκτο, απόκοτο είναι ν' αντιστέκομαι;
Τι έμεινε για μένα πια; Το θαύμα; η θυσία;
Και κάτι ακόμα, Μάνα μου. Γιατί να 'ρθει το τέλος;"
Μες στο σκοτάδι που έπεφτε γλυκό και σιωπηλό, σαν σάβανο λυτρωτικό,
ο Κωνσταντίνος άναψε κερί να δει της Παναγιάς του τη μορφή.
Την είδε δακρυσμένη. Αναταράχτη ο βασιλιάς.
Δεν τον γελούν τα μάτια του. Της φαντασίας του δεν είναι πλάσμα.
Κι ύστερα ακούστηκε η φωνή:
"Παιδί μου, ο Γολγοθάς ανοίγεται μπροστά σου.
Προχώρα, ανέβα και σταυρώσου.
Δεν θα σηκώσεις μόνο τα δικά σου σφάλματα.
Αιώνων αμαρτίες και λάθη επάνω σου θα πέσουν.
Εσύ είσαι το σφαχτάρι της θυσίας.
Θα 'ρθει το τέλος!
Θα 'ρθει γιατί πολλοί παράτησαν της αρετής το δρόμο,
άρχοντες κι ιερείς κι απλός λαός επεριφρόνησαν το θεϊκό το νόμο.
Εσύ πορεύου στο δρόμο το φριχτό, εσύ το εξιλαστήριο θύμα!"
Ώρα πολλή γονατιστός έκλαιγε ο Κωνσταντίνος.
Δεν έκλαιε για τον θάνατο, δεν έκλαιε για το τέλος.
Μόνο συγγνώμην έκραζε, έλεος ζητούσε και συγχώρεση
απ' τον φιλάνθρωπο Θεό, γι' αυτόν και για την Πόλη του.
Κι ύστερα ανάλαφρος, σαν νάχε κιόλας λυτρωθεί,
γαλήνιος κι ήρεμος, αποφασιστικός, έφυγε για τα κάστρα.
Το τέλος το ήξερε. Και τόχε αποδεχτεί... (Σ.Κ.2005)
Το Παλάτι του Πορφυρογέννητου αναστηλωμένο δίπλα στα τείχη των Βλαχερνών